Δεσφινιώτισσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Δεσφινιώτισσα < Δεσφινιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ðe.sfiˈɲo.ti.sa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δε‐σφι‐νιώ‐τισ‐σα
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Δεσφινιώτισσα θηλυκό
- (πατριδωνυμικό) θηλυκό του Δεσφινιώτης
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → και δείτε τη λέξη Δεσφίνα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Δεσφινιώτης
Δεσφινιώτισσα
|