Μετάβαση στο περιεχόμενο

Δευτερονόμιο

Από Βικιλεξικό

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Δευτερονόμιο τα Δευτερονόμια
      γενική του Δευτερονομίου
& Δευτερονόμιου
των Δευτερονομίων
    αιτιατική το Δευτερονόμιο τα Δευτερονόμια
     κλητική Δευτερονόμιο Δευτερονόμια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Δευτερονόμιο < (ελληνιστική κοινή) Δευτερονόμιον (δεύτερος + νόμος, νομολογία)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Δευτερονόμιο ουδέτερο, μόνο στον ενικό

Σημειώσεις

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]