Διαλεχτή
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Διαλεχτή < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Διαλεχτή θηλυκό, αρσενικό Διαλεχτός
- (σπάνιο) γυναικείο όνομα
- ※ Ἡ Διαλεχτή ἦτο ἀγαθωτάτης ψυχῆς νέα, οὐδέποτε ἠδύνατο νὰ φαντασθῇ ἢ νὰ ὑποπτεύσῃ κακόν τι (από το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Το χριστόψωμο» (1887) [1] )
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Διαλεχτή στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Διαλεχτή
|