Δωτώ
Εμφάνιση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | Δωτώ | ||
γενική | τῆς | Δωτοῦς | ||
δοτική | τῇ | Δωτοῖ | ||
αιτιατική | τὴν | Δωτώ | ||
κλητική ὦ! | Δωτοῖ | |||
3η κλίση, ομάδα 'ἠχώ', Κατηγορία 'ἠχώ' όπως «ἠχώ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Δωτώ < δίδωμι < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *dédeh₃- < *deh₃-
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Δωτώ, -οῦς θηλυκό
- (θεωνύμιο, ελληνική μυθολογία) μία από τις 50 Νηρηίδες
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
Δωτώ στη Βικιπαίδεια
Πηγές
[επεξεργασία]- Δωτώ - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- Δωτώ@LGPN - Lexicon of Greek Personal Names online [Λεξικό ελληνικών (αρχαίων) ονομάτων] (στα αγγλικά), εκδόσεις από το 1972, Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
- s.v. δίδωμι - Beekes, Robert S. P. (2010) Etymological Dictionary of Greek. [Ετυμολογικό λεξικό της ελληνικής γλώσσας] (στα αγγλικά) με την αρωγή του Lucien van Beek. Leiden: Brill. Τόμοι 1‑2.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση της ομάδας 'ἠχώ' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση 'ἠχώ' (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα που κλίνονται όπως το 'ἠχώ' (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα 3ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα 3ης κλίσης χωρίς πληθυντικό (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα 3ης κλίσης θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα 3ης κλίσης θηλυκά χωρίς πληθυντικό (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα θηλυκά χωρίς πληθυντικό (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα χωρίς πληθυντικό (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα οξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα θηλυκά οξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις οξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Θεωνύμια (αρχαία ελληνικά)
- Ελληνική μυθολογία (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)