ΕΦ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ΕΦ: Επιστημονική Φαντασία (κατά το αγγλικό SF)
Συντομομορφή
[επεξεργασία]Ε.Φ. θηλυκό άκλιτο ακρωνύμιο
Ε.Φ. θηλυκό άκλιτο ακρωνύμιο