ευγενής: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
Elan (συζήτηση | συνεισφορές) Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 24: | Γραμμή 24: | ||
<!-- * {{br}} : {{ξεν|br|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{br}} : {{ξεν|br|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{fr}} : {{ξεν|fr|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{fr}} : {{ξεν|fr|ΧΧΧ}} --> |
||
* {{de}} : {{ξεν|de|adlig}} |
|||
<!-- * {{da}} : {{ξεν|da|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{da}} : {{ξεν|da|ΧΧΧ}} --> |
||
* {{he}} : {{ξεν|he|אדיב}} |
* {{he}} : {{ξεν|he|אדיב}} |
||
Γραμμή 34: | Γραμμή 34: | ||
<!-- * {{ga}} : {{ξεν|ga|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{ga}} : {{ξεν|ga|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{is}} : {{ξεν|is|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{is}} : {{ξεν|is|ΧΧΧ}} --> |
||
* {{es}} : {{ξεν|es|noble}} |
|||
<!-- * {{it}} : {{ξεν|it|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{it}} : {{ξεν|it|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{ca}} : {{ξεν|ca|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{ca}} : {{ξεν|ca|ΧΧΧ}} --> |
Αναθεώρηση της 12:51, 7 Φεβρουαρίου 2008
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | ευγενής | η | ευγενής | το | ευγενές |
γενική | του | ευγενούς* | της | ευγενούς | του | ευγενούς |
αιτιατική | τον | ευγενή | την | ευγενή | το | ευγενές |
κλητική | ευγενή(ς) | ευγενής | ευγενές | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | ευγενείς | οι | ευγενείς | τα | ευγενή |
γενική | των | ευγενών | των | ευγενών | των | ευγενών |
αιτιατική | τους | ευγενείς | τις | ευγενείς | τα | ευγενή |
κλητική | ευγενείς | ευγενείς | ευγενή | |||
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού | ||||||
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Πρότυπο:-επιθ- ευγενής, συγκριτικός ευγενέστερος, υπερθετικός ευγενέστατος
- αριστοκρατικός
- ευγενής καταγωγή
- ο ευγενικός στην συμπεριφορά
Πρότυπο:-ουσ- ευγενής αρσενικό
- ο καταγόμενος από αριστοκρατική οικογένεια, που ανήκει σ' αυτή την κοινωνική τάξη· που έχει τίτλο ευγενείας· ο αριστοκράτης
- αγγλικά : ,