φέρνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
μ Ρομπότ: Προσθήκη: en:φέρνω, pl:φέρνω
Γραμμή 66: Γραμμή 66:


{{κλείδα ταξινόμησης|φερνω}}
{{κλείδα ταξινόμησης|φερνω}}

[[en:φέρνω]]
[[pl:φέρνω]]

Αναθεώρηση της 17:14, 26 Σεπτεμβρίου 2008

Πρότυπο:=el=

Πρότυπο:-ετυμ-

Πρότυπο:-ρημ- φέρνω, αόριστος έφερα

  1. μεταφέρω κάτι, υλικό ή άυλο, για κάποιον
    σας έφερα την εφημερίδα σας
    τι νέα μας έφερες;
  2. γίνομαι αιτία κάποιου πράγματος, προκαλώ κάτι, οδηγώ σε κάτι
    οι εξελίξεις έφεραν μεγάλη αναστάτωση
    τα νέα μάς έφεραν σε αδιέξοδο
  3. μοιάζω σε κάτι ή κάποιον
    φέρνει λιγάκι στον πατέρα του

Πρότυπο:-συνθ-

Πρότυπο:-βλεπ-

Πρότυπο:-μτφ-