παράσταση: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ πολωνικά
ορισμοί, ετυμ.
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{=el=}}
{{=el=}}
{{el-κλίσ-'δύναμη'|παράστασ|παραστάσ}}
{{προσχέδιο}}

{{-ετυμ-}}
{{-ετυμ-}}
: '''{{PAGENAME}}''' < {{μσν}} '''[[παράστασις]]''' < {{αρχ}} [[παρίστημι]] < {{αρχ}} [[παρά]] + [[ίστημι]]
: '''{{PAGENAME}}''' < {{προσχέδιο-ετυμ}}
{{-ουσ-|el}}
{{-ουσ-|el}}
'''{{PAGENAME}}'''
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}}
# το να [[εμφανίζω|εμφανίζει]] [[κάποιος]] [[οτιδήποτε]] [[μπροστά]] σε κάποιον
:{{προσχέδιο-ορισμ}}
# η αποτυπωμένη σε νόμισμα, ή οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο, μορφή ενός ή περισσοτέρων ατόμων.
#: ''Κατά την Τουρκοκρατία οι επαναστατικές σημαίες έφεραν '''παράσταση''' με τον Δικέφαλο Αετό ή με Σταυρό.''
#: ''Πρώτη μαρτυρία για εμφάνιση της σημαίας έχουμε σε '''παράσταση''' στο Περσικό αγγείο του Δούριδος.''
# η παρουσίαση ενός θεατρικού [[δρώμενο|δρώμενου]] στη σκηνή του θεάτρου
#: ''του ζητήθηκε να παίξει σε μία '''παράσταση''' για φιλανθρωπικό σκοπό''
# η από τον νόμο [[σωστή]] [[εμφάνιση]] ([[παρουσία]] ή/και [[ντύσιμο]]) δημοσίου ή ιδιωτικού υπαλλήλου-[[λειτουργός|λειτουργού]]
#: ''Στους προέδρους των Ν.Ε. καταβάλλεται το 1/2 των εξόδων '''παράστασης''' του Νομάρχη.''
# η παρουσία δικηγόρου στο δικαστήριο
#: ''Έλαβε αμοιβή για δύο '''παραστάσεις''' ενώπιον του πρωτοδικείου.''
# η [[διπλωματική]] [[ενέργεια]] (συνήθως στον πληθυντικό: παραστάσεις)
#: ''Οι διπλωματικές '''παραστάσεις''' προηγούνται των αντιμέτρων.''
# η παρουσίαση με αριθμούς και σύμβολα επιστημονικών πράξεων, εννοιών ή εκφράσεων
#: ''στην '''παράσταση''' α<sup>2</sup>+β αν αντικαταστήσουμε το α με 2 και το β με 4 τότε...''
#: ''η γραφική '''παράσταση''' του α<sup>3</sup> είναι...''


{{-μτφ-}}
{{-μτφ-}}

Αναθεώρηση της 09:57, 17 Δεκεμβρίου 2009

Πρότυπο:=el=

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η παράσταση οι παραστάσεις
      γενική της παράστασης* των παραστάσεων
    αιτιατική την παράσταση τις παραστάσεις
     κλητική παράσταση παραστάσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, παραστάσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Πρότυπο:-ετυμ-

παράσταση < μεσαιωνική ελληνική παράστασις < αρχαία ελληνική παρίστημι < αρχαία ελληνική παρά + ίστημι

Πρότυπο:-ουσ- παράσταση θηλυκό

  1. το να εμφανίζει κάποιος οτιδήποτε μπροστά σε κάποιον
  2. η αποτυπωμένη σε νόμισμα, ή οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο, μορφή ενός ή περισσοτέρων ατόμων.
    Κατά την Τουρκοκρατία οι επαναστατικές σημαίες έφεραν παράσταση με τον Δικέφαλο Αετό ή με Σταυρό.
    Πρώτη μαρτυρία για εμφάνιση της σημαίας έχουμε σε παράσταση στο Περσικό αγγείο του Δούριδος.
  3. η παρουσίαση ενός θεατρικού δρώμενου στη σκηνή του θεάτρου
    του ζητήθηκε να παίξει σε μία παράσταση για φιλανθρωπικό σκοπό
  4. η από τον νόμο σωστή εμφάνιση (παρουσία ή/και ντύσιμο) δημοσίου ή ιδιωτικού υπαλλήλου-λειτουργού
    Στους προέδρους των Ν.Ε. καταβάλλεται το 1/2 των εξόδων παράστασης του Νομάρχη.
  5. η παρουσία δικηγόρου στο δικαστήριο
    Έλαβε αμοιβή για δύο παραστάσεις ενώπιον του πρωτοδικείου.
  6. η διπλωματική ενέργεια (συνήθως στον πληθυντικό: παραστάσεις)
    Οι διπλωματικές παραστάσεις προηγούνται των αντιμέτρων.
  7. η παρουσίαση με αριθμούς και σύμβολα επιστημονικών πράξεων, εννοιών ή εκφράσεων
    στην παράσταση α2+β αν αντικαταστήσουμε το α με 2 και το β με 4 τότε...
    η γραφική παράσταση του α3 είναι...

Πρότυπο:-μτφ-