ασθενής: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
συγγενικά
+βαθμ.+πολων.+προσθ. σε ορισμό + αντίθετα
Γραμμή 9: Γραμμή 9:


{{-επιθ-|el}}
{{-επιθ-|el}}
'''{{PAGENAME}}''' {{αθ}}, '''ασθενές''' {{ο}}
'''{{PAGENAME}}''' {{αθ}}, '''ασθενές''' {{ο}} ''συγκριτικός:'' [[αθενέστερος]], ''υπερθετικός:'' -
# που είναι [[άρρωστος]]
# που είναι [[άρρωστος]]
#: ''οι γεωργοί θα ξεριζώσουν τα '''ασθενή''' φυτά''
#: ''οι γεωργοί θα ξεριζώσουν τα '''ασθενή''' φυτά''
# ο [[ασθενικός]], ο [[αδύναμος]], που δεν έχει [[δύναμη]]
# ο [[ασθενικός]], ο [[αδύναμος]], που δεν έχει [[δύναμη]] ([[σθένος]])
#: ''ο πομπός εξέπεμπε ένα '''ασθενές''' σήμα
#: ''ο πομπός εξέπεμπε ένα '''ασθενές''' σήμα
#: ''το '''ασθενές''' φύλο''
#: ''το '''ασθενές''' φύλο''
# για μία από τις τέσσερις κύριες [[δύναμη|δυνάμεις]] ή [[αλληλεπίδραση|αλληλεπιδράσεις]] σε υποατομικό επίπεδο
# για μία από τις τέσσερις κύριες [[δύναμη|δυνάμεις]] ή [[αλληλεπίδραση|αλληλεπιδράσεις]] σε υποατομικό επίπεδο
#: [[:w:ασθενής αλληλεπίδραση|ασθενής αλληλεπίδραση]]
#: [[:w:ασθενής αλληλεπίδραση|ασθενής αλληλεπίδραση]]

{{-αντων-}}
* (1) [[υγιής]]
* (2) [[ισχυρός]]
* (2) [[σθεναρός]]


{{-ουσ-|el}}
{{-ουσ-|el}}
Γραμμή 61: Γραμμή 66:
<!-- * {{hu}} : {{τ|hu|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{hu}} : {{τ|hu|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{uk}} : {{τ|uk|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{uk}} : {{τ|uk|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{pl}} : {{τ|pl|ΧΧΧ}} -->
* {{pl}} : {{τ|pl|chory}}(1), {{τ|pl|słaby}}(2)
<!-- * {{pt}} : {{τ|pt|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{pt}} : {{τ|pt|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ro}} : {{τ|ro|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ro}} : {{τ|ro|ΧΧΧ}} -->
Γραμμή 105: Γραμμή 110:
<!-- * {{hu}} : {{τ|hu|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{hu}} : {{τ|hu|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{uk}} : {{τ|uk|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{uk}} : {{τ|uk|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{pl}} : {{τ|pl|ΧΧΧ}} -->
* {{pl}} : {{τ|pl|pacjent}} {{α}} {{τ|pl|pacjentka}} {{θ}}
<!-- * {{pt}} : {{τ|pt|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{pt}} : {{τ|pt|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ro}} : {{τ|ro|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ro}} : {{τ|ro|ΧΧΧ}} -->

Αναθεώρηση της 12:48, 23 Ιανουαρίου 2010

Πρότυπο:=el=

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ασθενής η ασθενής το ασθενές
      γενική του ασθενούς* της ασθενούς του ασθενούς
    αιτιατική τον ασθενή την ασθενή το ασθενές
     κλητική ασθενή(ς) ασθενής ασθενές
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ασθενείς οι ασθενείς τα ασθενή
      γενική των ασθενών των ασθενών των ασθενών
    αιτιατική τους ασθενείς τις ασθενείς τα ασθενή
     κλητική ασθενείς ασθενείς ασθενή
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Πρότυπο:-ετυμ-

ασθενής < αρχαία ελληνική ἀσθενής

Πρότυπο:-προφ-

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; αρσενικό ή θηλυκό
λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; ουδέτερο

Πρότυπο:-επιθ- ασθενής αρσενικό ή θηλυκό, ασθενές ουδέτερο συγκριτικός: αθενέστερος, υπερθετικός: -

  1. που είναι άρρωστος
    οι γεωργοί θα ξεριζώσουν τα ασθενή φυτά
  2. ο ασθενικός, ο αδύναμος, που δεν έχει δύναμη (σθένος)
    ο πομπός εξέπεμπε ένα ασθενές σήμα
    το ασθενές φύλο
  3. για μία από τις τέσσερις κύριες δυνάμεις ή αλληλεπιδράσεις σε υποατομικό επίπεδο
    ασθενής αλληλεπίδραση

Πρότυπο:-αντων-

Πρότυπο:-ουσ- ασθενής αρσενικό ή θηλυκό

Πρότυπο:-συγγ-

Πρότυπο:-συνθ-

Πρότυπο:-μτφ-