μηχανική: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Βικιποίηση των γλωσσών |
μ Βικιποίηση των γλωσσών |
||
Γραμμή 17: | Γραμμή 17: | ||
* {{et}} : [[mehaanika]] |
* {{et}} : [[mehaanika]] |
||
* {{ja}} : [[力学]] (kyugaku) |
* {{ja}} : [[力学]] (kyugaku) |
||
* {{ia}} : |
|||
*Interlingua (Ιντερλίνγκουα): |
|||
* {{es}} : [[mecánica]] {{θ}} |
* {{es}} : [[mecánica]] {{θ}} |
||
* {{it}} : [[meccanica]] {{θ}} |
* {{it}} : [[meccanica]] {{θ}} |
Αναθεώρηση της 18:51, 25 Νοεμβρίου 2006
Ουσιαστικό θηλυκό
- ο κλάδος της φυσικής που ασχολείται με την κίνηση των σωμάτων τις δυνάμεις και τις σχετικές φυσικές ποσότητες όπως η ενέργεια και η ορμή.
- αγγλικά : mechanics (en)
- βιετναμικά : Cơ học, Cơhọc [力学]
- βουλγαρικά : Механика (mehanika)
- γαλικιανά : mecánica
- γαλλικά : Mécanique αρσενικό
- γερμανικά : Mechanik θηλυκό (de)
- εβραϊκά : מכניקה (mekanik?)
- εσθονικά : mehaanika
- ιαπωνικά : 力学 (kyugaku)
- ιντερλίνγκουα :
- ισπανικά : mecánica θηλυκό
- ιταλικά : meccanica θηλυκό
- καταλανικά : mecànica θηλυκό
- κινεζικά : 力学 (?xue)
- κορεατικά : ?학 (?hag)
- λατινικά : mechanicus
- νορβηγικά : mekanikk
- ολλανδικά : mechanica
- πολωνικά : mechanika θηλυκό
- πορτογαλικά : mecânica θηλυκό
- ρωσικά : Механика (mekhanika/mehanika)
- σλοβενικά : mehanika θηλυκό
- τσεχικά : mechanic