πακέτο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Γένη στις μεταφράσεις
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Βικιποίηση των γλωσσών
Γραμμή 22: Γραμμή 22:
|valign=top width=48%|
|valign=top width=48%|
{|
{|
*Αγγλικά: 1. [[box]] 2. [[pack]] 3. [[package]]
* {{en}} : 1. [[box]] 2. [[pack]] 3. [[package]]
<!-- *Αραβικά: -->
<!-- *Αραβικά: -->
<!-- *Βιετναμέζικά: -->
<!-- *Βιετναμέζικά: -->
<!-- *Βουλγαρικά: -->
<!-- *Βουλγαρικά: -->
*Βρετανικά: 1. [[box]] 2. [[pack]] 3. [[package]]
* {{br}} : 1. [[box]] 2. [[pack]] 3. [[package]]
*Γαλλικά: 1-2. [[paquet]] {{α}} 3. [[package]] {{α}}
* {{fr}} : 1-2. [[paquet]] {{α}} 3. [[package]] {{α}}
*Γερμανικά: 1-2. [[Päckchen]] ''o'' 3. [[Packet]] ''o''
* {{de}} : 1-2. [[Päckchen]] ''o'' 3. [[Packet]] ''o''
<!-- *Εβραϊκά: -->
<!-- *Εβραϊκά: -->
<!-- *Εσπεράντο: -->
<!-- *Εσπεράντο: -->

Αναθεώρηση της 20:51, 25 Νοεμβρίου 2006

Πρότυπο:=el= Πρότυπο:-ετυμ-

  1. Από το ιταλικό pacchetto.
  2. (Το ίδιο.)
  3. Από το αγγλικό package.

Πρότυπο:-ουσ- πακέτο ουδέτερο

  1. Δέμα {π.χ. δώρο) περιτυλιγμένο σε χαρτί.
    Ο ταχυδρόμος έφερε ένα πακέτο.
  2. Κουτί με τσιγάρα.
    Αγόρασε ένα πακέτο (τσιγάρα).
  3. (όρος της οικονομίας) Σύνολο προτάσεων προς μελέτη.
    Ο επίτροπος πρότεινε ένα πακέτο για τα μεσογειακά κράτη.
  4. (αργκό:) το ψέμα (συνήθως όταν χρησιμοποιείται μονολεκτικά) ή και το ζόρι
    Έφαγα χοντρό πακέτο.

Πρότυπο:-συγγ-

Πρότυπο:-μτφ-