vieux: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Νέο Σύστημα
Interwicket (συζήτηση | συνεισφορές)
μ iwiki +lv:vieux
Γραμμή 29: Γραμμή 29:
[[ja:vieux]]
[[ja:vieux]]
[[ko:vieux]]
[[ko:vieux]]
[[lv:vieux]]
[[nl:vieux]]
[[nl:vieux]]
[[no:vieux]]
[[no:vieux]]

Αναθεώρηση της 10:54, 18 Φεβρουαρίου 2010

Γαλλικά (fr)

Επίθετο

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό vieux vieux
θηλυκό vieille vieilles

vieux (fr) αρσενικό

  1. γέρικος
    un vieux loup - ένας γέρικος λύκος
  2. παλιός
    un vieil ami - ένας παλιός φίλος

Ουσιαστικό

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό vieux vieux
θηλυκό vieille vieilles

vieux (fr)

  1. ο γέροςγριά)