πτώση: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 8: Γραμμή 8:
# το [[αποτέλεσμα]] της πτώσης (1)
# το [[αποτέλεσμα]] της πτώσης (1)
# {{γραμμ}} κάθε ένας από τους τύπους που σχηματίζουν τα κλιτά μέρη του λόγου εκτός από το ρήμα: δείτε [[ονομαστική]], [[γενική]], [[αιτιατική]], [[κλητική]] και παλιότερα η [[δοτκή]], η αφαιρετική και η οργανική.
# {{γραμμ}} κάθε ένας από τους τύπους που σχηματίζουν τα κλιτά μέρη του λόγου εκτός από το ρήμα: δείτε [[ονομαστική]], [[γενική]], [[αιτιατική]], [[κλητική]] και παλιότερα η [[δοτκή]], η αφαιρετική και η οργανική.
# ''(βιβλικός όρος)'' με κεφαλαίο, η Πτώση, το αμάρτημα και η εκδίωξη του Αδάμ και της Εύας από τον Παράδεισο
# ''(βιβλικός όρος)'' με κεφαλαίο συνήθως, η Πτώση, το αμάρτημα και η εκδίωξη του Αδάμ και της Εύας από τον Παράδεισο
# η μείωση της αριθμητικής τιμής
# η μείωση της αριθμητικής τιμής
#: ''η [[πτώση]] της θερμοκρασίας οφείλεται στο ότι έχουν πέσει πολλά χιόνια''
#: ''η [[πτώση]] της θερμοκρασίας οφείλεται στο ότι έχουν πέσει πολλά χιόνια''
Γραμμή 14: Γραμμή 14:
# η [[απώλεια]] εξουσίας
# η [[απώλεια]] εξουσίας
#: η '''πτώση''' της [[κυβέρνηση]]ς συνεπάγεται [[εκλογές]]
#: η '''πτώση''' της [[κυβέρνηση]]ς συνεπάγεται [[εκλογές]]
# η [[άλωση]] μιας πολιορκούμενης πόλης
#: η '''πτώση''' της Κωνσταντινουπόλεως
===={{συνώνυμα}}====
===={{συνώνυμα}}====
* [[πέσιμο]]
* [[πέσιμο]]

Αναθεώρηση της 18:59, 21 Φεβρουαρίου 2010

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'σκέψη'

Ετυμολογία

πτώση < αρχαία ελληνική πτῶσις < πίπτω

Ουσιαστικό

πτώση

  1. η κίνηση προς τα κάτω λόγω βαρύτητας, η ενέργεια του πέφτω
  2. το αποτέλεσμα της πτώσης (1)
  3. Πρότυπο:γραμμ κάθε ένας από τους τύπους που σχηματίζουν τα κλιτά μέρη του λόγου εκτός από το ρήμα: δείτε ονομαστική, γενική, αιτιατική, κλητική και παλιότερα η δοτκή, η αφαιρετική και η οργανική.
  4. (βιβλικός όρος) με κεφαλαίο συνήθως, η Πτώση, το αμάρτημα και η εκδίωξη του Αδάμ και της Εύας από τον Παράδεισο
  5. η μείωση της αριθμητικής τιμής
    η πτώση της θερμοκρασίας οφείλεται στο ότι έχουν πέσει πολλά χιόνια
  6. όρος στην ιατρική , π.χ. πτώση της μήτρας ή της ουροδόχου, που σημαίνει τη μετακίνηση οργάνων προς τα κάτω
  7. η απώλεια εξουσίας
    η πτώση της κυβέρνησης συνεπάγεται εκλογές
  8. η άλωση μιας πολιορκούμενης πόλης
    η πτώση της Κωνσταντινουπόλεως

Συνώνυμα

Αντώνυμα

Συγγενικά

Σύνθετα

Εκφράσεις

  • ελεύθερη πτώση: πτώση στην οποία δεν έχει ανοίξει ακόμα το αλεξίπτωτο και (αντίστοιχα) πτώση χωρίς σταματημό
  • μέχρι τελικής πτώσεως: μέχρι το τέλος
  • 'πτώση της σημαίας: όταν ξεκινάει το ταξίμετρο να γράφει (στο ταξί)



Μεταφράσεις

  • λόγω διαφοροποίησης στους ορισμούς οι παρακάτω μεταφράσεις πρέπει να ελεγχθούν και να μεταφερθούν στον αντίστοιχο πίνακα

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «πτωση'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'πτώση'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «πτωση».