φέρνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Νέο Σύστημα
AtouBot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ PAGENAME στις ετυμολογίες (6)
Γραμμή 2: Γραμμή 2:


==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
* {{αρχ}} [[φέρω]]
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[φέρω]]
==={{ρήμα|el}}===
==={{ρήμα|el}}===
'''{{PAGENAME}}''', αόριστος '''έφερα'''
'''{{PAGENAME}}''', αόριστος '''έφερα'''

Αναθεώρηση της 06:41, 25 Φεβρουαρίου 2010

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

φέρνω < αρχαία ελληνική φέρω

Ρήμα

φέρνω, αόριστος έφερα

  1. μεταφέρω κάτι, υλικό ή άυλο, για κάποιον
    σας έφερα την εφημερίδα σας
    τι νέα μας έφερες;
  2. γίνομαι αιτία κάποιου πράγματος, προκαλώ κάτι, οδηγώ σε κάτι
    οι εξελίξεις έφεραν μεγάλη αναστάτωση
    τα νέα μάς έφεραν σε αδιέξοδο
  3. μοιάζω σε κάτι ή κάποιον
    φέρνει λιγάκι στον πατέρα του

Σύνθετα

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «φερνω'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'φέρνω'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «φερνω».