envie: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: *Envie = διάθεση *Envie = νυσταγμένος *Envie = όρεξη
 
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-fr-}}==


==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < '''enveia''' < '''enveie''' < {{ετυμ la|FR}} [[invidia]] (==[[ζήλια]], [[πόθος]])


==={{προφορά}}===
{{ΔΦΑ|ɑ̃.vi}}


==={{ουσιαστικό|fr}}===
*Envie = διάθεση
{{fr-κλίσ-rég}}
*Envie = νυσταγμένος
{{τ|fr|{{PAGENAME}}}} {{θ}}
*Envie = όρεξη
# η [[ζήλια]]
# ο [[πόθος]]
# η [[όρεξη]] να αποκτήσει κανείς κάτι
# [[στίγμα]] που παρουσιάζεται στο σώμα και που νόμιζαν άλλοτε ότι εκφράζει μια [[όρεξη]] της [[μητέρα]]ς
# '''envies''' (''στον πληθυντικό'') οι [[παρανυχίδα|παρανυχίδες]]

==={{εκφράσεις}}===
* '''avoir envie de (faire quelque chose)''' - [[επιθυμώ]] να (κάνω κάτι)
* '''avoir envie de (quelque chose)''' - [[επιθυμώ]] κάτι
* '''faire envie''' - [[ερεθίζω]] την όρεξη (κάποιου για κάτι)

===={{συγγενικά}}====
* [[envier]]
* [[envieusement]]
* [[envieux]] - [[envieuse]]

Αναθεώρηση της 20:32, 7 Μαρτίου 2010

Γαλλικά (fr)

Ετυμολογία

envie < enveia < enveie < Πρότυπο:ετυμ la invidia (==ζήλια, πόθος)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

      ενικός         πληθυντικός  
envie envies

envie (fr) θηλυκό

  1. η ζήλια
  2. ο πόθος
  3. η όρεξη να αποκτήσει κανείς κάτι
  4. στίγμα που παρουσιάζεται στο σώμα και που νόμιζαν άλλοτε ότι εκφράζει μια όρεξη της μητέρας
  5. envies (στον πληθυντικό) οι παρανυχίδες

Εκφράσεις

  • avoir envie de (faire quelque chose) - επιθυμώ να (κάνω κάτι)
  • avoir envie de (quelque chose) - επιθυμώ κάτι
  • faire envie - ερεθίζω την όρεξη (κάποιου για κάτι)

Συγγενικά