vieux: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Interwicket (συζήτηση | συνεισφορές)
μ iwiki +lt:vieux
Interwicket (συζήτηση | συνεισφορές)
μ iwiki +sv:vieux
Γραμμή 37: Γραμμή 37:
[[ru:vieux]]
[[ru:vieux]]
[[sd:vieux]]
[[sd:vieux]]
[[sv:vieux]]
[[ta:vieux]]
[[ta:vieux]]
[[tr:vieux]]
[[tr:vieux]]

Αναθεώρηση της 12:50, 7 Απριλίου 2010

Γαλλικά (fr)

Επίθετο

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό vieux vieux
θηλυκό vieille vieilles

vieux (fr) αρσενικό

  1. γέρικος
    un vieux loup - ένας γέρικος λύκος
  2. παλιός
    un vieil ami - ένας παλιός φίλος

Ουσιαστικό

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό vieux vieux
θηλυκό vieille vieilles

vieux (fr)

  1. ο γέροςγριά)