rage: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ r2.7.1) (Ρομπότ: Προσθήκη: tr:rage
μ r2.6.2) (Ρομπότ: Προσθήκη: eo:rage
Γραμμή 13: Γραμμή 13:
[[de:rage]]
[[de:rage]]
[[en:rage]]
[[en:rage]]
[[eo:rage]]
[[es:rage]]
[[es:rage]]
[[et:rage]]
[[et:rage]]

Αναθεώρηση της 06:48, 30 Απριλίου 2011

Αγγλικά (en)

Ουσιαστικό

rage (en)

  1. η οργή
  2. η παροδική μόδα

Ρήμα

rage (en)

  1. μαίνομαι, φρενιάζω