άβατος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flyax (συζήτηση | συνεισφορές) μ →{{-el-}}: μετακίνηση από την ετυμολογία στον ορισμό |
μ ενημέρωση των μεταφράσεων (παραμέτρων του προτύπου τ) |
||
Γραμμή 19: | Γραμμή 19: | ||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
||
{{μτφ-αρχή}} |
{{μτφ-αρχή}} |
||
* {{en}} : {{τ|en|off limits}} |
* {{en}} : {{τ|en|off limits|noentry=1}} |
||
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{vi}} : {{τ|vi|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{vi}} : {{τ|vi|ΧΧΧ}} --> |
Αναθεώρηση της 21:31, 23 Μαΐου 2011
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | άβατος | η | άβατη | το | άβατο |
γενική | του | άβατου | της | άβατης | του | άβατου |
αιτιατική | τον | άβατο | την | άβατη | το | άβατο |
κλητική | άβατε | άβατη | άβατο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | άβατοι | οι | άβατες | τα | άβατα |
γενική | των | άβατων | των | άβατων | των | άβατων |
αιτιατική | τους | άβατους | τις | άβατες | τα | άβατα |
κλητική | άβατοι | άβατες | άβατα | |||
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
- άβατος < αρχαία ελληνική ἄβατος
Επίθετο
άβατος
- που δεν είναι προσβάσιμος από όλους, απρόσιτος, απάτητος
- που δεν πρέπει να βεβηλωθεί,ο ιερός
Συνώνυμα
Μεταφράσεις
άβατος
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «αβατοσ'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'άβατοσ'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"'άβατος'"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «αβατοσ».