αλεύρι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, πρόσθεση oc |
μ Bot:Εισαγωγή πίνακα κλίσης |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{προσχέδιο}} |
{{προσχέδιο}} |
||
{{el-κλίσ-'τραγούδι'|αλεύρ|αλευρ}} |
|||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λείπει η ετυμολογία}} |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λείπει η ετυμολογία}} |
Αναθεώρηση της 15:38, 6 Ιουλίου 2011
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | αλεύρι | τα | αλεύρια |
γενική | του | αλευριού | των | αλευριών |
αιτιατική | το | αλεύρι | τα | αλεύρια |
κλητική | αλεύρι | αλεύρια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- αλεύρι < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
αλεύρι ουδέτερο
- σκόνη που παρασκευάζεται από τους σπόρους διάφορων δημητριακών με άλεση, και χρησιμοποιείται στη μαγειρική, τη ζαχαροπλαστική και την παρασκευή του ψωμιού
Εκφράσεις
- ακριβός στα πίτουρα και φθηνός στο αλεύρι : για κάποιον που ξοδεύει πολλά σε μη σημαντικά πράγματα και λίγα στα πιο σημαντικά
Μεταφράσεις
αλεύρι
|
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «αλευρι'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'αλεύρι'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «αλευρι».