stress: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ r2.7.1) (Ρομπότ: Προσθήκη: sv:stress
μ r2.7.1) (Ρομπότ: Προσθήκη: es:stress
Γραμμή 24: Γραμμή 24:
[[de:stress]]
[[de:stress]]
[[en:stress]]
[[en:stress]]
[[es:stress]]
[[et:stress]]
[[et:stress]]
[[fa:stress]]
[[fa:stress]]

Αναθεώρηση της 09:35, 8 Ιουλίου 2011

Αγγλικά (en)

Ουσιαστικό

stress (en)

  1. η καταπόνηση
  2. το άγχος



Γαλλικά (fr)

Ουσιαστικό

ενικός πληθυντικός
stress stress

stress (fr) αρσενικό

Συγγενικά