φέρνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ r2.7.1) (Ρομπότ: Προσθήκη: ta:φέρνω
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη mg
Γραμμή 71: Γραμμή 71:


[[en:φέρνω]]
[[en:φέρνω]]
[[mg:φέρνω]]
[[pl:φέρνω]]
[[pl:φέρνω]]
[[ro:φέρνω]]
[[ro:φέρνω]]

Αναθεώρηση της 14:58, 29 Ιουλίου 2011

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

φέρνω < αρχαία ελληνική φέρω

Ρήμα

φέρνω, αόριστος έφερα

  1. μεταφέρω κάτι, υλικό ή άυλο, για κάποιον
    σας έφερα την εφημερίδα σας
    τι νέα μας έφερες;
  2. γίνομαι αιτία κάποιου πράγματος, προκαλώ κάτι, οδηγώ σε κάτι
    οι εξελίξεις έφεραν μεγάλη αναστάτωση
    τα νέα μάς έφεραν σε αδιέξοδο
  3. μοιάζω σε κάτι ή κάποιον
    φέρνει λιγάκι στον πατέρα του

Εκφράσεις

Σύνθετα

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «φερνω'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'φέρνω'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «φερνω».