compte: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη mg
μ r2.7.1) (Ρομπότ: Προσθήκη: pl:compte
Γραμμή 31: Γραμμή 31:
[[mg:compte]]
[[mg:compte]]
[[no:compte]]
[[no:compte]]
[[pl:compte]]
[[pt:compte]]
[[pt:compte]]
[[ru:compte]]
[[ru:compte]]

Αναθεώρηση της 15:10, 2 Σεπτεμβρίου 2011

Γαλλικά (fr)

Ουσιαστικό

compte (fr), des comptes.

Ομόφωνα

le conte, le comte, il compte.

Il a fait les comptes : έκανε τους λογαριασμούς / τον λογαριασμό.

Il travaille pour le compte de X : δουλεύει για λογαριασμό του Χ.

Συγγενικά

compter, comptabilité