κορυφή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των μεταφράσεων (παραμέτρων του προτύπου τ) |
συμπλ γεωμ ορ, pl,grc |
||
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
{{el-κλίσ-'ψυχή'|κορυφ}} |
{{el-κλίσ-'ψυχή'|κορυφ}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ|}} < [[κόρυς]] |
||
==={{προφορά}}=== |
==={{προφορά}}=== |
||
Γραμμή 16: | Γραμμή 16: | ||
# {{σνκδ}} ο [[κορυφαίος]] στον τομέα του |
# {{σνκδ}} ο [[κορυφαίος]] στον τομέα του |
||
#: ''αυτός ο επιστήμονας είναι '''κορυφή''''' |
#: ''αυτός ο επιστήμονας είναι '''κορυφή''''' |
||
# {{γεωμ}} το σημείο τομής δύο [[πλευρά|πλευρών]] ενός πολυγώνου |
# {{γεωμ}} το σημείο τομής δύο [[πλευρά|πλευρών]] πολύπλευρου επίπεδου σχήματος ή τουλάχιστον τριών πλευρών ενός πολυγώνου |
||
===={{εκφράσεις}}==== |
===={{εκφράσεις}}==== |
||
Γραμμή 37: | Γραμμή 37: | ||
{{μτφ-αρχή}} |
{{μτφ-αρχή}} |
||
* {{en}} : {{τ|en|top}} (1), {{τ|en|summit}}, {{τ|en|peak}} |
* {{en}} : {{τ|en|top}} (1), {{τ|en|summit}}, {{τ|en|peak}} |
||
<!-- * {{az}} : {{τ|az|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{az}} : {{τ|az|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{sq}} : {{τ|sq|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{sq}} : {{τ|sq|ΧΧΧ}} --> |
||
Γραμμή 93: | Γραμμή 93: | ||
<!-- * {{pap}} : {{τ|pap|XXX}} --> |
<!-- * {{pap}} : {{τ|pap|XXX}} --> |
||
<!-- * {{fa}} : {{τ|fa|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{fa}} : {{τ|fa|ΧΧΧ}} --> |
||
* {{pl}} : {{τ|pl|szczyt}} |
|||
<!-- * {{pt}} : {{τ|pt|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{pt}} : {{τ|pt|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{ro}} : {{τ|ro|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{ro}} : {{τ|ro|ΧΧΧ}} --> |
||
Γραμμή 116: | Γραμμή 116: | ||
<!-- * {{hi}} : {{τ|hi|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{hi}} : {{τ|hi|ΧΧΧ}} --> |
||
{{μτφ-τέλος}} |
{{μτφ-τέλος}} |
||
{{μτφ-αρχή|γεωμετρικός όρος}} |
|||
* {{en}} : {{τ|en|vertex}} |
|||
{{μτφ-μέση}} |
|||
* {{pl}} : {{τ|pl|wierzchołek}} |
|||
{{μτφ-τέλος}} |
|||
---- |
|||
=={{-grc-}}== |
|||
==={{ετυμολογία}}=== |
|||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λείπει η ετυμολογία|grc}} |
|||
==={{ουσιαστικό|grc}}=== |
|||
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}} |
|||
# το πιο ψηλό [[σημείο]] στο κεφάλι ανθρώπου ή ζώου |
|||
# {{γενικ}} το πιο ψηλό σημείο σε οτιδήποτε έχει [[ύψος]] |
|||
# {{μτφρ}} η [[κορωνίδα]] |
|||
{{κλείδα ταξινόμησης|κορυφη}} |
{{κλείδα ταξινόμησης|κορυφη}} |
Αναθεώρηση της 05:36, 25 Οκτωβρίου 2011
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | κορυφή | οι | κορυφές |
γενική | της | κορυφής | των | κορυφών |
αιτιατική | την | κορυφή | τις | κορυφές |
κλητική | κορυφή | κορυφές | ||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- κορυφή < αρχαία ελληνική κορυφή < κόρυς
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
κορυφή θηλυκό
- Πρότυπο:γεωγρ το υψηλότερο σημείο ενός υψώματος, βουνού ή λόφου ή οποιουδήποτε αντικειμένου
- η κορυφή του Ταϋγέτου, η κορυφή του δέντρου
- (μεταφορικά) το ανώτερο σημείο της εξέλιξης ενός ανθρώπου από επαγγελματική, επιστημονική ή άλλη άποψη
- (γενικότερα) το ανώτερο σημείο σε κάθε ιεραρχικό σύστημα
- η κορυφή της τροφικής αλυσίδας
- (συνεκδοχικά) ο κορυφαίος στον τομέα του
- αυτός ο επιστήμονας είναι κορυφή
- Πρότυπο:γεωμ το σημείο τομής δύο πλευρών πολύπλευρου επίπεδου σχήματος ή τουλάχιστον τριών πλευρών ενός πολυγώνου
Εκφράσεις
Πολυλεκτικοί όροι
Συγγενικά
Σύνθετα
Μεταφράσεις
κορυφή
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- κορυφή < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
κορυφή θηλυκό
- το πιο ψηλό σημείο στο κεφάλι ανθρώπου ή ζώου
- (γενικότερα) το πιο ψηλό σημείο σε οτιδήποτε έχει ύψος
- (μεταφορικά) η κορωνίδα
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «κορυφη'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'κορυφή'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «κορυφη».
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψυχή' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες προφορές (νέα ελληνικά)
- Λέξεις χωρίς προφορά στο πρότυπο ΔΦΑ
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)