βαστώ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flyax (συζήτηση | συνεισφορές) μ Ανάκληση των αλλαγών 94.64.43.130 (επιστροφή στην προηγούμενη αναθεώρηση Flyax) |
|||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
|||
γαμιεμαι |
|||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λείπει η ετυμολογία}} |
|||
==={{ρήμα|el}}=== |
==={{ρήμα|el}}=== |
||
'''{{PAGENAME}}''' |
'''{{PAGENAME}}''' |
Αναθεώρηση της 19:53, 2 Δεκεμβρίου 2011
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- βαστώ < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
βαστώ
- κρατώ, στηρίζω
- τον βάσταγε από το χέρι
- συγκρατώ
- τον βαστάγανε τρεις να μην ορμήξει στον αντίπαλό του
- αντέχω
- δε βάσταξε άλλο και ξέσπασε σε κλάματα
Μεταφράσεις
βαστώ
|
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «βαστω'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'βαστώ'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «βαστω».