mleko: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη gl |
μ r2.7.1) (Ρομπότ: Προσθήκη: es:mleko |
||
Γραμμή 26: | Γραμμή 26: | ||
[[de:mleko]] |
[[de:mleko]] |
||
[[en:mleko]] |
[[en:mleko]] |
||
[[es:mleko]] |
|||
[[eu:mleko]] |
[[eu:mleko]] |
||
[[fa:mleko]] |
[[fa:mleko]] |
Αναθεώρηση της 18:38, 3 Απριλίου 2012
Πολωνικά (pl)
Ουσιαστικό
mleko (pl) ουδέτερο
- το γάλα ως τρόφιμο, ως υγρό ορισμένων φυτών και ως μερίδα, μπουκάλι κλπ.
- gorące mleko jest zdrowym napojem - το ζεστό γάλα είναι ένα υγιεινό ρόφημα
- na stole stały trzy mleka - στο τραπέζι (στέκονταν) βρίσκονταν τρία γάλατα
- (μεταφορικά), (λόγιο) η ομίχλη
Σερβικά (sr)
Ουσιαστικό
mleko (sr)
- λατινική γραφή του млеко
Σλοβενικά (sl)
Ουσιαστικό
mleko (sl)