φυτό: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 17: | Γραμμή 17: | ||
* {{en}} : {{τ|en|plant}} |
* {{en}} : {{τ|en|plant}} |
||
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} --> |
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} --> |
||
* {{bg}} : {{τ|bg|растение}}(rastenie) ουδ. |
|||
* {{fr}} : {{τ|fr|plante}} |
* {{fr}} : {{τ|fr|plante}} |
||
* {{de}} : {{τ|de|Pflanze}} (θ) |
|||
<!-- * {{he}} : {{τ|he|XXX}} --> |
<!-- * {{he}} : {{τ|he|XXX}} --> |
||
* {{eo}} : {{τ|eo|planto}} |
|||
<!-- * {{ja}} : {{τ|ja|XXX}} --> |
<!-- * {{ja}} : {{τ|ja|XXX}} --> |
||
<!-- * {{io}} : {{τ|io|XXX}} --> |
<!-- * {{io}} : {{τ|io|XXX}} --> |
||
* {{es}} : {{τ|es|planta}} θ |
|||
⚫ | |||
<!-- * {{it}} : {{τ|it|XXX}} --> |
<!-- * {{it}} : {{τ|it|XXX}} --> |
||
* {{ca}} : {{τ|ca|planta}} θ |
|||
<!-- * {{ko}} : {{τ|ko|XXX}} --> |
<!-- * {{ko}} : {{τ|ko|XXX}} --> |
||
<!-- * {{hr}} : {{τ|hr|XXX}} --> |
<!-- * {{hr}} : {{τ|hr|XXX}} --> |
||
⚫ | |||
<!-- * {{la}} : {{τ|la|XXX}} --> |
<!-- * {{la}} : {{τ|la|XXX}} --> |
||
<!-- * {{lt}} : {{τ|lt|XXX}} --> |
<!-- * {{lt}} : {{τ|lt|XXX}} --> |
||
Γραμμή 36: | Γραμμή 36: | ||
<!-- * {{uk}} : {{τ|uk|XXX}} --> |
<!-- * {{uk}} : {{τ|uk|XXX}} --> |
||
<!-- * {{pl}} : {{τ|pl|XXX}} --> |
<!-- * {{pl}} : {{τ|pl|XXX}} --> |
||
* {{pt}} : {{τ|pt|planta}} θ |
|||
<!-- * {{ro}} : {{τ|ro|XXX}} --> |
<!-- * {{ro}} : {{τ|ro|XXX}} --> |
||
* {{ru}} : {{τ|ru|растение}}(rasténije) ουδ. |
|||
<!-- * {{sr}} : {{τ|sr|XXX}} --> |
<!-- * {{sr}} : {{τ|sr|XXX}} --> |
||
<!-- * {{sv}} : {{τ|sv|XXX}} --> |
<!-- * {{sv}} : {{τ|sv|XXX}} --> |
||
* {{tr}} : {{τ|tr|bitki}} |
|||
* {{fi}} : {{τ|fi|kasvi}} |
* {{fi}} : {{τ|fi|kasvi}} |
||
{{μτφ-τέλος}} |
{{μτφ-τέλος}} |
Αναθεώρηση της 18:41, 21 Απριλίου 2012
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | φυτό | τα | φυτά |
γενική | του | φυτού | των | φυτών |
αιτιατική | το | φυτό | τα | φυτά |
κλητική | φυτό | φυτά | ||
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- φυτό < αρχαία ελληνική φυτόν
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
φυτό ουδέτερο
- ζωντανός οργανισμός ριζωμένος στο έδαφος από το οποίο απορροφά νερό ως πηγή θρεπτικών στοιχείων, και μετατρέπει την ηλιακή ενέργεια σε χημική μέσω της φωτοσύνθεσης
- (μεταφορικά) ασθενής που δεν έχει επικοινωνία με το περιβάλλον και συνείδηση
- (αργκό) μαθητής ή φοιτητής που δεν έχει άλλα ενδιαφέροντα πέρα από τις σπουδές του
Μεταφράσεις
ζωντανός οργανισμός ριζωμένος στο έδαφος
|
ασθενής που δεν έχει επικοινωνία με το περιβάλλον και συνείδηση
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «φυτο'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'φυτό'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «φυτο».