fonds: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη tl
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη sv
Γραμμή 18: Γραμμή 18:
[[pl:fonds]]
[[pl:fonds]]
[[ru:fonds]]
[[ru:fonds]]
[[sv:fonds]]
[[tl:fonds]]
[[tl:fonds]]
[[vi:fonds]]
[[vi:fonds]]

Αναθεώρηση της 14:06, 30 Μαΐου 2012

Γαλλικά (fr)

Ουσιαστικό

ενικός πληθυντικός
fonds fonds

fonds (fr) αρσενικό

  1. το κεφάλαιο, το ταμείο, το απόθεμα

Ομώνυμα / Ομόηχα