δαπάνη: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
grc
μ r2.7.2) (Ρομπότ: Προσθήκη: pl:δαπάνη
Γραμμή 105: Γραμμή 105:


[[en:δαπάνη]]
[[en:δαπάνη]]
[[pl:δαπάνη]]

Αναθεώρηση της 15:30, 11 Σεπτεμβρίου 2012

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η δαπάνη οι δαπάνες
      γενική της δαπάνης των δαπανών
    αιτιατική τη δαπάνη τις δαπάνες
     κλητική δαπάνη δαπάνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

δαπάνη < αρχαία ελληνική δαπάνη

Ουσιαστικό

δαπάνη θηλυκό

  1. το να δίνει κάποιος ένα χρηματικό ποσό για ένα αγαθό ή υπηρεσία
  2. το χρηματικό ποσό που κάποιος δαπανά
  3. (μεταφορικά) το ξόδεμα (δυνάμεων, πόρων κλπ)

Συγγενικά

Μεταφράσεις



Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

δαπάνη < δαπανάω

Ουσιαστικό

δαπάνη θηλυκό

  1. η ενέργεια του δαπανάω, η κατανάλωση χρήσιμων πραγμάτων

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «δαπανη'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'δαπάνη'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «δαπανη».