επιπλώνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Lou (συζήτηση | συνεισφορές) ορ, fr |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{προσχέδιο}} |
|||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{μτφδ}} {{ετυμ |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{μτφδ}} {{ετυμ fr}} [[ameubler]] |
||
==={{ρήμα|el}}=== |
==={{ρήμα|el}}=== |
||
'''{{PAGENAME}}''' |
'''{{PAGENAME}}''' |
||
# εφοδιάζω με [[έπιπλο|έπιπλα]], βάζω έπιπλα σε ένα χώρο |
# εφοδιάζω με [[έπιπλο|έπιπλα]], βάζω έπιπλα σε ένα χώρο |
||
===={{ |
===={{κλίση}}==== |
||
{{el-κλίσ-'ενώνω'|επιπλώ|επίπλω|επιπλω}} |
|||
===={{μεταφράσεις}}==== |
|||
{{μτφ-αρχή}} |
{{μτφ-αρχή}} |
||
* {{en}} : {{τ|en|furnish}} |
* {{en}} : {{τ|en|furnish}} |
||
Γραμμή 15: | Γραμμή 18: | ||
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|XXX}} --> |
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|XXX}} --> |
||
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} --> |
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} --> |
||
* {{fr}} : {{τ|fr|meubler}} |
|||
<!-- * {{de}} : {{τ|de|XXX}} --> |
<!-- * {{de}} : {{τ|de|XXX}} --> |
||
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|XXX}} --> |
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|XXX}} --> |
Αναθεώρηση της 13:41, 8 Δεκεμβρίου 2012
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- επιπλώνω < (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική ameubler
Ρήμα
επιπλώνω
- εφοδιάζω με έπιπλα, βάζω έπιπλα σε ένα χώρο
Κλίση
Ενεργητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | επιπλώνω | επίπλωνα | θα επιπλώνω | να επιπλώνω | επιπλώνοντας | |
β' ενικ. | επιπλώνεις | επίπλωνες | θα επιπλώνεις | να επιπλώνεις | επίπλωνε | |
γ' ενικ. | επιπλώνει | επίπλωνε | θα επιπλώνει | να επιπλώνει | ||
α' πληθ. | επιπλώνουμε | επιπλώναμε | θα επιπλώνουμε | να επιπλώνουμε | ||
β' πληθ. | επιπλώνετε | επιπλώνατε | θα επιπλώνετε | να επιπλώνετε | επιπλώνετε | |
γ' πληθ. | επιπλώνουν(ε) | επίπλωναν επιπλώναν(ε) |
θα επιπλώνουν(ε) | να επιπλώνουν(ε) | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | επίπλωσα | θα επιπλώσω | να επιπλώσω | επιπλώσει | ||
β' ενικ. | επίπλωσες | θα επιπλώσεις | να επιπλώσεις | επίπλωσε | ||
γ' ενικ. | επίπλωσε | θα επιπλώσει | να επιπλώσει | |||
α' πληθ. | επιπλώσαμε | θα επιπλώσουμε | να επιπλώσουμε | |||
β' πληθ. | επιπλώσατε | θα επιπλώσετε | να επιπλώσετε | επιπλώστε | ||
γ' πληθ. | επίπλωσαν επιπλώσαν(ε) |
θα επιπλώσουν(ε) | να επιπλώσουν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | |
α' ενικ. | έχω επιπλώσει | είχα επιπλώσει | θα έχω επιπλώσει | να έχω επιπλώσει | ||
β' ενικ. | έχεις επιπλώσει | είχες επιπλώσει | θα έχεις επιπλώσει | να έχεις επιπλώσει | ||
γ' ενικ. | έχει επιπλώσει | είχε επιπλώσει | θα έχει επιπλώσει | να έχει επιπλώσει | ||
α' πληθ. | έχουμε επιπλώσει | είχαμε επιπλώσει | θα έχουμε επιπλώσει | να έχουμε επιπλώσει | ||
β' πληθ. | έχετε επιπλώσει | είχατε επιπλώσει | θα έχετε επιπλώσει | να έχετε επιπλώσει | ||
γ' πληθ. | έχουν επιπλώσει | είχαν επιπλώσει | θα έχουν επιπλώσει | να έχουν επιπλώσει |
|
Μεταφράσεις
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «επιπλωνω'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'επιπλώνω'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «επιπλωνω».