συγγράφω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ iwiki +en:συγγράφω |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 8: | Γραμμή 8: | ||
# {{λείπει ο ορισμός}} |
# {{λείπει ο ορισμός}} |
||
===={{κλίση}}==== |
|||
{{el-κλίσ-'δένω'|γράφ|γραφ|γράψ|γραψ|γραμμ|συγ|συν|σύγ}} |
|||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
Αναθεώρηση της 22:00, 8 Φεβρουαρίου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- συγγράφω < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
συγγράφω
Κλίση
Ενεργητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | συγγράφω | συνέγραφα | θα συγγράφω | να συγγράφω | συγγράφοντας | |
β' ενικ. | συγγράφεις | συνέγραφες | θα συγγράφεις | να συγγράφεις | σύγγραφε | |
γ' ενικ. | συγγράφει | συνέγραφε | θα συγγράφει | να συγγράφει | ||
α' πληθ. | συγγράφουμε | συγγράφαμε | θα συγγράφουμε | να συγγράφουμε | ||
β' πληθ. | συγγράφετε | συγγράφατε | θα συγγράφετε | να συγγράφετε | συγγράφετε | |
γ' πληθ. | συγγράφουν(ε) | συνέγραφαν συγγράφαν(ε) |
θα συγγράφουν(ε) | να συγγράφουν(ε) | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | συνέγραψα | θα συγγράψω | να συγγράψω | συγγράψει | ||
β' ενικ. | συνέγραψες | θα συγγράψεις | να συγγράψεις | σύγγραψε | ||
γ' ενικ. | συνέγραψε | θα συγγράψει | να συγγράψει | |||
α' πληθ. | συγγράψαμε | θα συγγράψουμε | να συγγράψουμε | |||
β' πληθ. | συγγράψατε | θα συγγράψετε | να συγγράψετε | συγγράψτε | ||
γ' πληθ. | συνέγραψαν συγγράψαν(ε) |
θα συγγράψουν(ε) | να συγγράψουν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | |
α' ενικ. | έχω συγγράψει | είχα συγγράψει | θα έχω συγγράψει | να έχω συγγράψει | ||
β' ενικ. | έχεις συγγράψει | είχες συγγράψει | θα έχεις συγγράψει | να έχεις συγγράψει | έχε συγγραμμένο | |
γ' ενικ. | έχει συγγράψει | είχε συγγράψει | θα έχει συγγράψει | να έχει συγγράψει | ||
α' πληθ. | έχουμε συγγράψει | είχαμε συγγράψει | θα έχουμε συγγράψει | να έχουμε συγγράψει | ||
β' πληθ. | έχετε συγγράψει | είχατε συγγράψει | θα έχετε συγγράψει | να έχετε συγγράψει | έχετε συγγραμμένο | |
γ' πληθ. | έχουν συγγράψει | είχαν συγγράψει | θα έχουν συγγράψει | να έχουν συγγράψει | ||
Συντελεσμένοι χρόνοι β΄ (μεταβατικοί) | ||||||
Παρακείμενος | έχω (έχεις, έχει, έχουμε, έχετε, έχουν) συγγραμμένο | |||||
Υπερσυντέλικος | είχα (είχες, είχε , είχαμε, είχατε, είχαν) συγγραμμένο | |||||
Συντελ. Μέλλ. | θα έχω (θα έχεις, θα έχει, θα έχουμε, θα έχετε, θα έχουν) συγγραμμένο | |||||
Υποτακτική | να έχω (να έχεις, να έχει, να έχουμε, να έχετε, να έχουν) συγγραμμένο |
Μεταφράσεις
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «συγγραφω'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'συγγράφω'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «συγγραφω».