étage: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη fj
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη cy
Γραμμή 15: Γραμμή 15:


[[cs:étage]]
[[cs:étage]]
[[cy:étage]]
[[de:étage]]
[[de:étage]]
[[en:étage]]
[[en:étage]]

Αναθεώρηση της 18:06, 7 Απριλίου 2013

Γαλλικά (fr)

Ετυμολογία

étage < estage (=κατοικία) < Πρότυπο:ετυμ fro ester (=μένω, στέκομαι)

Ουσιαστικό

      ενικός         πληθυντικός  
étage étages

étage (fr) αρσενικό

  1. ο όροφος, το πάτωμα

Συγγενικά