αγελαδοτρόφος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ r2.7.1) (Ρομπότ: Προσθήκη: en:αγελαδοτρόφος |
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
||
Γραμμή 58: | Γραμμή 58: | ||
{{μτφ-τέλος}} |
{{μτφ-τέλος}} |
||
{{κλείδα |
{{κλείδα-ελλ}} |
||
[[en:αγελαδοτρόφος]] |
[[en:αγελαδοτρόφος]] |
Αναθεώρηση της 22:03, 20 Μαΐου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Ουσιαστικό
αγελαδοτρόφος αρσενικό ή θηλυκό
- αυτός/αυτή που εκτρέφει αγελάδες