γαμέτης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
AtouBot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: μεταγραφή μέσα στο πρότυπο της μετάφρασης
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 56: Γραμμή 56:
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}


{{κλείδα ταξινόμησης|γαμετησ}}
{{κλείδα-ελλ}}


[[fr:γαμέτης]]
[[fr:γαμέτης]]

Αναθεώρηση της 03:13, 21 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

γαμέτης < αρχ. γαμέτης =σύζυγος< γαμέω -ώ (αρχ. =νυμφεύομαι)

Ουσιαστικό

γαμέτης αρσενικό

  1. (κυτταρολογία) Το αναπαραγωγικό κύτταρο που έχει μόνο το ήμισυ του συνήθους αριθμού χρωματοσωμάτων.

Μεταφράσεις