δυσκολία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη mg
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 61: Γραμμή 61:
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}


{{κλείδα ταξινόμησης|δυσκολια}}
{{κλείδα-ελλ}}


[[fr:δυσκολία]]
[[fr:δυσκολία]]

Αναθεώρηση της 05:25, 21 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'ώρα'

Ετυμολογία

δυσκολία < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

δυσκολία θηλυκό

  1. πρόβλημα, δυσλειτουργία, η ανικανότητα να κάνει κανείς κάτι τόσο γρήγορα ή τόσο καλά όσο θα γινόταν κανονικά από άλλους
    μαθησιακές δυσκολίες, δυσκολία αναπνοής
  2. αντιξοότητα, δυσάρεστη κατάσταση ή περίοδος
    αντιμετωπίζει τις δυσκολίες της ζωής πάντα με αισιοδοξία
  3. το αποτέλεσμα της ύπαρξης εμποδίων που επιβαρύνουν μια κίνηση ή μια πράξη
    με δυσκολία η κυκλοφορία στο κέντρο της πόλης λόγω των συνεχιζόμενων διαδηλώσεων


Μεταφράσεις