προ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
||
Γραμμή 32: | Γραμμή 32: | ||
*[[προθυμοποιούμαι]] |
*[[προθυμοποιούμαι]] |
||
*[[προπαρασκευάζομαι]] |
*[[προπαρασκευάζομαι]] |
||
{{κλείδα-ελλ}} |
Αναθεώρηση της 22:02, 21 Μαΐου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- προ< αρχαία ελληνική πρό
Πρόθεση
προ (+ γενική)
- μπροστά από
- βρεθήκαμε προ τετελεσμένων γεγονότων
- πριν από
- αυτά έγιναν προ Χριστού
- η ώρα είναι 6:00 προ μεσημβρίας
Σύνθετα
- προκάνω
- προφητεύω
- προάγω
- προδίδω
- πρόεδρος
- πρόβατο
- πρόβλημα
- προγούλι
- προεστός
- προϊόν
- προκάτ
- πρόθυμος
- προπετής
- πρόκειται
- προάλλες