κοντός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou (συζήτηση | συνεισφορές) Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Az (συζήτηση | συνεισφορές) +μτφρ. |
||
Γραμμή 94: | Γραμμή 94: | ||
'''αντικείμενο με μικρό μήκος''' |
'''αντικείμενο με μικρό μήκος''' |
||
{{(}} |
|||
* {{en}} : {{ξεν|en|short}} |
* {{en}} : {{ξεν|en|short}} |
||
* {{fr}} : {{ξεν|fr|court}} |
* {{fr}} : {{ξεν|fr|court}} |
||
* {{de}} : {{ξεν|de|kurz}} |
* {{de}} : {{ξεν|de|kurz}} |
||
* {{it}} : {{ξεν|it|corto}} |
|||
* {{es}} : {{ξεν|es|corto}} |
|||
{{-}} |
|||
* {{hu}} : {{ξεν|hu|rövid}} |
|||
* {{pt}} : {{ξεν|pt|curto}} |
|||
* {{sv}} : {{ξεν|sv|kort}} |
|||
* {{fi}} : {{ξεν|fi|lyhyt}} |
|||
* {{hi}} : {{ξεν|hi|छोटा}} (chotā) |
|||
{{)}} |
|||
[[Κατηγορία:Ελληνικά ουσιαστικά]] |
[[Κατηγορία:Ελληνικά ουσιαστικά]] |
Αναθεώρηση της 13:11, 28 Φεβρουαρίου 2007
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | κοντός | η | κοντή | το | κοντό |
γενική | του | κοντού | της | κοντής | του | κοντού |
αιτιατική | τον | κοντό | την | κοντή | το | κοντό |
κλητική | κοντέ | κοντή | κοντό | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | κοντοί | οι | κοντές | τα | κοντά |
γενική | των | κοντών | των | κοντών | των | κοντών |
αιτιατική | τους | κοντούς | τις | κοντές | τα | κοντά |
κλητική | κοντοί | κοντές | κοντά | |||
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
- κοντός < από το αρχαίο ελληνικό ουσιαστικό κοντός < κοντάρι
Πρότυπο:-ουσ- κοντός αρσενικό
- το κοντάρι
Πρότυπο:-επιθ- κοντός -ή, -ό
- (για άνθρωπο ή άλλο ζωντανό ον) που έχει μικρό ανάστημα
- (για αντικείμενο) που έχει μικρό ύψος
- (για αντικείμενο) που έχει μικρό μήκος
Πρότυπο:-συνων- για άνθρωπο ή ζώο
για αντικείμενο με μικρό μήκος
Πρότυπο:-αντ- μικρό ανάστημα
μικρό ύψος
μικρό μήκος
Πρότυπο:-μτφ- άνθρωπος με μικρό ανάστημα
- γαλλικά :
αντικείμενο με μικρό ύψος
αντικείμενο με μικρό μήκος
|