μόνιμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
AtouBot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Νέο Σύστημα
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 66: Γραμμή 66:
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}


{{κλείδα ταξινόμησης|μονιμα}}
{{κλείδα-ελλ}}

Αναθεώρηση της 18:40, 24 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

μόνιμα < μόνιμος

Επίρρημα

μόνιμα

είναι μόνιμα κατσουφιασμένος
  • για πάντα (λέγεται για κάτι που πρόκειται να διαρκέσει, για μια κατάσταση που αναμένεται να είναι σταθερή)
εγκατασταθήκαμε μόνιμα στο νέο μας σπίτι

Μεταφράσεις