νορβηγικά: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη no |
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
||
Γραμμή 154: | Γραμμή 154: | ||
* {{πτώσειςΟΑΚπλ|νορβηγικό}} |
* {{πτώσειςΟΑΚπλ|νορβηγικό}} |
||
{{κλείδα |
{{κλείδα-ελλ}} |
||
[[Κατηγορία:Γλώσσες στα ελληνικά]] |
[[Κατηγορία:Γλώσσες στα ελληνικά]] |
Αναθεώρηση της 19:38, 24 Μαΐου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Από το επίθετο νορβηγικός, στον πληθυντικό του ουδέτερου.
Ουσιαστικό
νορβηγικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- Η νορβηγική γλώσσα, η γλώσσα που μιλιέται στη Νορβηγία. Έχει δύο επίσημες διαλέκτους (δείτε: νεονορβηγικά).
Συγγενικά
Δείτε επίσης
Μεταφράσεις
Ετυμολογία
νορβηγικά < νορβηγικός
Επίρρημα
νορβηγικά
- χρησιμοποιώντας τη νορβηγική γλώσσα
Μεταφράσεις
νορβηγικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
νορβηγικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του νορβηγικό