υπνωμένος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Αυτόματη εισαγωγή άρθρου
 
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 89: Γραμμή 89:
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}


{{κλείδα-ελλ}}

{{κλείδα ταξινόμησης|υπνωμενοσ}}

Αναθεώρηση της 05:50, 25 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

υπνωμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου υπνώνω

Μετοχή

υπνωμένος, -η, -ο

  1. → δείτε τη λέξη υπνώνω

Μεταφράσεις