προσέχω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη mg |
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
||
Γραμμή 66: | Γραμμή 66: | ||
# {{μτφρ}} [[μπλέκομαι]] σε κάτι |
# {{μτφρ}} [[μπλέκομαι]] σε κάτι |
||
{{κλείδα |
{{κλείδα-ελλ}} |
||
[[mg:προσέχω]] |
[[mg:προσέχω]] |
Αναθεώρηση της 13:28, 25 Μαΐου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- προσέχω < αρχαία ελληνική προσέχω
Ρήμα
προσέχω
Μεταφράσεις
προσέχω
|
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ρήμα
προσέχω
- έχω παραπάνω
- φέρνω κάτι κάπου
- (μεταφορικά) μπλέκομαι σε κάτι