φυλή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
μ απλοποίηση του προτύπου el-κλίσ-'ψυχή' |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{el-κλίσ-'ψυχή' |
{{el-κλίσ-'ψυχή'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[φῦλλον]] |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[φῦλλον]] |
Αναθεώρηση της 23:14, 9 Ιουνίου 2013
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | φυλή | οι | φυλές |
γενική | της | φυλής | των | φυλών |
αιτιατική | τη | φυλή | τις | φυλές |
κλητική | φυλή | φυλές | ||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- φυλή < αρχαία ελληνική φῦλλον
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ομώνυμα / Ομόηχα
Ουσιαστικό
φυλή θηλυκό
- πληθυσμιακή ομάδα ανθρώπων με κοινή καταγωγή και κοινά γενετικά χαρακτηριστικά
- λευκή / μαύρη / κίτρινη φυλή
- το έθνος
- η ελληνική φυλή
- ομάδα με κοινά γνωρίσματα και κοινό τρόπο ζωής
- η φυλή των Πυγμαίων / των Ινδιάνων
- (μεταφορικά) ομάδα με ιδιαίτερα κοινωνικά χαρακτηριστικά
- οι φυλές της πόλης / των παραθεριστών / των εφήβων