συγκριτικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
μ απλοποίηση προτ. κλίσης |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{el-κλίσ-'καλός' |
{{el-κλίσ-'καλός'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} '''συγκριτικός''' |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} '''συγκριτικός''' |
Αναθεώρηση της 12:48, 11 Ιουνίου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- συγκριτικός < αρχαία ελληνική συγκριτικός
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; αρσενικό
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; θηλυκό
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; ουδέτερο
Επίθετο
συγκριτικός, -ή, -ό
- που συγκρίνει ή χρησιμοποιεί ως μέθοδο τη σύγκριση
- συγκριτική μελέτη
- συγκριτική γλωσσολογία
- που προσφέρεται προς σύγκριση
- συγκριτικά στοιχεία
- Πρότυπο:γραμμ βαθμός των επιθέτων και επιρρημάτων που χρησιμοποιείται κυρίως σε συγκρίσεις
- το "χειρότερος" είναι ο συγκριτικός βαθμός του επιθέτου "κακός"
Συγγενικά
Μεταφράσεις
συγκριτικός