ιατρική: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ru |
||
Γραμμή 71: | Γραμμή 71: | ||
[[pt:ιατρική]] |
[[pt:ιατρική]] |
||
[[ro:ιατρική]] |
[[ro:ιατρική]] |
||
[[ru:ιατρική]] |
Αναθεώρηση της 16:38, 13 Ιουνίου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ιατρική, ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του ιατρικός (εννοείται η ιατρική τέχνη)
Ουσιαστικό
ιατρική θηλυκό
- επιστήμη που ασχολείται με τη μελέτη των ασθενειών και την καταπολέμησή τους
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη ιατρός
Μεταφράσεις
ιατρική
Κλιτικός τύπος επιθέτου
ιατρική