δεύτερος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ απλοποίηση προτ. κλίσης
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
=={{-el-}}==
{{προσχέδιο}}
{{προσχέδιο}}
{{el-κλίσ-'όμορφος'|παρατήρηση=* λόγια γενική ενικού: [[δευτέρου]]<br />* λόγια μορφή του θηλυκού: [[δευτέρα]]}}
{{el-κλίσ-'όμορφος'}}
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λείπει η ετυμολογία}}
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λείπει η ετυμολογία}}

==={{προφορά}}===
==={{προφορά}}===
{{ΔΦΑ|ˈðɛf.tɛ.ɾɔs|γλ=el}} {{α}}
{{ΔΦΑ|ˈðɛf.tɛ.ɾɔs|γλ=el}} {{α}}
{{ΔΦΑ|ˈðɛf.tɛ.ɾi|γλ=el}} {{θ}}
{{ΔΦΑ|ˈðɛf.tɛ.ɾi|γλ=el}} {{θ}}
{{ΔΦΑ|ˈðɛf.tɛ.ɾɔ|γλ=el}} {{ο}}
{{ΔΦΑ|ˈðɛf.tɛ.ɾɔ|γλ=el}} {{ο}}

==={{αριθμητικό|el}}===
==={{αριθμητικό|el}}===
'''{{PAGENAME}} -η/-α -ο'''
'''{{PAGENAME}} -η/-α -ο'''
Γραμμή 13: Γραμμή 15:
#: ''ήρθε ''δεύτερος'' και καταϊδρωμένος''
#: ''ήρθε ''δεύτερος'' και καταϊδρωμένος''
#: ''η κόρη μου πάει στη '''δευτέρα''' τάξη''
#: ''η κόρη μου πάει στη '''δευτέρα''' τάξη''
==={{επίθετο|el}}===
'''{{PAGENAME}} -τερη/-τέρα -τερο'''
# [[κατώτερος]] σε ποιότητα ή τάξη
# [[κατώτερος]] σε ποιότητα ή τάξη
#: '''''δεύτερης''' ποιότητας, '''δευτέρας''' διαλογής''
#: '''''δεύτερης''' ποιότητας, '''δευτέρας''' διαλογής''

===={{εκφράσεις}}====
===={{εκφράσεις}}====
* '''(από) δεύτερο [[χέρι]]''' : για κάτι μεταχειρισμένο
* '''(από) δεύτερο [[χέρι]]''' : για κάτι μεταχειρισμένο

===={{συγγενικά}}====
===={{συγγενικά}}====
* [[Δευτέρα]]
* [[Δευτέρα]]
* [[δεύτερο]]
* [[δεύτερο]]

===={{σύνθετα}}====
===={{σύνθετα}}====
* [[δευτερόλεπτο]]
* [[δευτερόλεπτο]]

==={{πολυλεκτικοί όροι}}===
==={{πολυλεκτικοί όροι}}===
* [[Δευτέρα Παρουσία]]
* [[Δευτέρα Παρουσία]]



===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====

Αναθεώρηση της 13:31, 9 Ιουλίου 2013

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο δεύτερος η δεύτερη το δεύτερο
      γενική του δεύτερου της δεύτερης του δεύτερου
    αιτιατική τον δεύτερο τη δεύτερη το δεύτερο
     κλητική δεύτερε δεύτερη δεύτερο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι δεύτεροι οι δεύτερες τα δεύτερα
      γενική των δεύτερων των δεύτερων των δεύτερων
    αιτιατική τους δεύτερους τις δεύτερες τα δεύτερα
     κλητική δεύτεροι δεύτερες δεύτερα
* λόγια γενική ενικού: δευτέρου
* λόγια μορφή του θηλυκού: δευτέρα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

δεύτερος < λείπει η ετυμολογία

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; αρσενικό
λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; θηλυκό
λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; ουδέτερο

Αριθμητικό

δεύτερος -η/-α -ο

  1. (τακτικό) που ακολουθεί τον πρώτο, που αντιστοιχεί στη θέση υπ' αριθμόν δύο (2)
    ήρθε δεύτερος και καταϊδρωμένος
    η κόρη μου πάει στη δευτέρα τάξη
  2. κατώτερος σε ποιότητα ή τάξη
    δεύτερης ποιότητας, δευτέρας διαλογής

Εκφράσεις

  • (από) δεύτερο χέρι : για κάτι μεταχειρισμένο

Συγγενικά

Σύνθετα

Πολυλεκτικοί όροι

Μεταφράσεις