ψύχομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 2: Γραμμή 2:


==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < παθητική φωνή του [[ψύχω]]
: '''{{PAGENAME}}''' < [[#Αρχαία_ελληνικά_(grc)|ψύχομαι]] παθητική φωνή του [[ψύχω]]


==={{ρήμα|el}}===
==={{ρήμα|el}}===
Γραμμή 92: Γραμμή 92:
<!-- * {{hi}} : {{τ|hi|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{hi}} : {{τ|hi|ΧΧΧ}} -->
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}
=={{-grc-}}==
{{προσχέδιο}}
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < παθητική φωνή του [[ψύχω]]
==={{ρήμα|grc}}===
'''{{PAGENAME}}'''
# {{μτφρ}} κρυώνω
# είμαι ψυχρός

{{βλ|ψύχω}}


{{κλείδα-ελλ}}
{{κλείδα-ελλ}}

Αναθεώρηση της 21:30, 24 Ιουλίου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ψύχομαι < ψύχομαι παθητική φωνή του ψύχω

Ρήμα

ψύχομαι

  • υφίσταμαι μείωση της θερμοκρασίας μου λόγω της επνέργειας ενός εξωτερικού παράγοντα
ο κινητήρας του αυτοκινήτου ψύχεται με ένα συνδυασμό υδρόψυξης και αερόψυξης

Συνώνυμα

Σύνθετα

Μεταφράσεις

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

ψύχομαι < παθητική φωνή του ψύχω

Ρήμα

ψύχομαι

  1. (μεταφορικά) κρυώνω
  2. είμαι ψυχρός

→ δείτε τη λέξη ψύχω