ψήγμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Olmav (συζήτηση | συνεισφορές) Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Flyax (συζήτηση | συνεισφορές) Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{el-κλίσ-'όνομα'}} |
|||
{{προσχέδιο}} |
|||
{{el-κλίσ-'κύμα'|ψήγμ|ψηγμ}} |
|||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ|ψῆγμα}} |
||
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
||
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}} |
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}} |
||
# ό,τι προέρχεται από τριβή και απόξεση, απόξεσμα, ρίνισμα |
# ό,τι προέρχεται από τριβή και απόξεση, απόξεσμα, ρίνισμα |
||
# (ιδίως στον πληθυντικό) ''ψήγματα'', λεπτότατα κομμάτια μετάλλου: '' |
# (ιδίως στον πληθυντικό) ''ψήγματα'', λεπτότατα κομμάτια μετάλλου |
||
#: '''''ψήγματα''' χρυσού'' |
|||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
||
{{μτφ-αρχή}} |
{{μτφ-αρχή}} |
Αναθεώρηση της 20:48, 27 Ιουλίου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ψήγμα < αρχαία ελληνική ψῆγμα
Ουσιαστικό
ψήγμα ουδέτερο
- ό,τι προέρχεται από τριβή και απόξεση, απόξεσμα, ρίνισμα
- (ιδίως στον πληθυντικό) ψήγματα, λεπτότατα κομμάτια μετάλλου
- ψήγματα χρυσού
Μεταφράσεις
ψήγμα
|