φύτρα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
μ αλλαγή προτ. κλίσης |
||
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
{{προσχέδιο}} |
{{προσχέδιο}} |
||
{{el-κλίσ-' |
{{el-κλίσ-'θάλασσα'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[φύω]] |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[φύω]] |
Αναθεώρηση της 22:34, 30 Ιουλίου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- φύτρα < αρχαία ελληνική φύω
Ουσιαστικό
φύτρα θηλυκό
- το φύτρο, το φυτό σε πρώτο στάδιο ανάπτυξης
- (μεταφορικά) η καταγωγή ενός ανθρώπου
- (μεταφορικά) οι απόγονοι ενός ανθρώπου
Μεταφράσεις
φύτρα
|