ψηφίζομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 8: Γραμμή 8:
# με [[ψηφίζω|ψηφίζουν]]
# με [[ψηφίζω|ψηφίζουν]]


===={{κλίση}}====
{{el-κλίσ-'ψηφίζομαι'|παρακΒ=1|μτχ1=1}}


===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====

Αναθεώρηση της 19:37, 10 Αυγούστου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ψηφίζομαι < παθητική φωνή του ψηφίζω

Ρήμα

ψηφίζομαι, πρτ.: ψηφιζόμουν, στ.μέλλ.: θα ψηφιστώ, αόρ.: ψηφίστηκα, μτχ.π.π.: ψηφισμένος

  1. με ψηφίζουν

Κλίση

Μεταφράσεις



Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

ψηφίζομαι < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα

ψηφίζομαι

  1. ψηφίζω, ρίχνω την ψήφο μου
  2. (με αιτιατική) ψηφίζω κάποιον
  3. (με απαρέμφατο) αποφασίζω
  4. (με αιτιατική και δοτική) παραχωρώ με την ψήφο μου κάτι σε κάποιον
  5. (παθητική φωνή) αποφασίζεται για εμένα (κάτι) με ψηφοφορία