δοσοληψία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ αλλαγή προτ. κλίσης
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη chr
Γραμμή 64: Γραμμή 64:
{{κλείδα-ελλ}}
{{κλείδα-ελλ}}


[[chr:δοσοληψία]]
[[en:δοσοληψία]]
[[en:δοσοληψία]]
[[mg:δοσοληψία]]
[[mg:δοσοληψία]]

Αναθεώρηση της 09:22, 27 Αυγούστου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'θάλασσα'

Ετυμολογία

δοσοληψία < ελληνιστική < δοσο- (αρχαία ελληνική δόσις) + -ληψία (< αρχαία ελληνική λῆψις)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

δοσοληψία θηλυκό

  1. η ανταλλαγή προϊόντος και χρημάτων
     συνώνυμα: αλισβερίσι, νταραβέρι, πάρε δώσε, συναλλαγή
  2. πληθυντικός: οι αμοιβαίες σχέσεις κι επαφές· λέγεται, κυρίως, με αρνητική σημασία
    είχε δοσοληψίες με αναρχικές ομάδες

Μεταφράσεις