τράπεζα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ μικρές διορθώσεις
μ Ρομπότ: Προσθήκη: tr:τράπεζα
Γραμμή 79: Γραμμή 79:
[[pt:τράπεζα]]
[[pt:τράπεζα]]
[[ru:τράπεζα]]
[[ru:τράπεζα]]
[[tr:τράπεζα]]

Αναθεώρηση της 22:52, 11 Απριλίου 2007

Δείτε επίσης: Τράπεζα, τραπέζι

Πρότυπο:=el= Πρότυπο:-ετυμ-

Από το αρχαίο τράπεζα< *τρα (<τέτταρες) + πέζα (=πους)

Πρότυπο:-ουσ- τράπεζα θηλυκό

  1. τραπέζι, συνήθως για τελετουργική χρήση
    τράπεζα προσφορών, Αγία Τράπεζα
  2. πιστωτικός οργανισμός που ασχολείται με χρηματοπιστωτικές εργασίες. Π.χ. δέχεται καταθέσεις ιδιωτών ή νομικών προσώπων, παραχωρεί δάνεια, διαχειρίζεται χαρτοφυλάκια για λογαριασμό των πελατών του κλπ
    Οι καταθέσεις του στην τράπεζα εξανεμίστηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου.
    • συνεκδοχικά το κτήριο που στεγάζει ένα υποκατάστημα μιας τράπεζας.
      Ο Γιάννης πετάχτηκε στην τράπεζα για κάτι δουλειές.
  3. γενικότερα ένας τόπος όπου κατατίθενται προς φύλαξη υλικά ή άυλα αγαθά προκειμένου να είναι προσιτά σε μελλοντική ζήτηση.
    Π.χ. τράπεζα αίματος, τράπεζα σπέρματος, τράπεζα θεμάτων για εξετάσεις

Πρότυπο:-μτφ-